STORIES
Καζάνι που βράζει το Ζεφύρι. Έτοιμοι να εκραγούν οι κάτοικοι, ζητούν προστασία
23/10/2014 16:55
Ανανεώθηκε 27/10/2014 09:29
7 '
Ένα βήμα πριν ανάψουν το φιτίλι και μετατρέψουν σε πυριτιδαποθήκη του Ζεφυρίου την περιοχή που εκτείνεται κάτω από την Αττική οδό, βρίσκονται οι κάτοικοί της, οι οποίοι καταγγέλλουν κάθε λογής αρμόδιο για εγκατάλειψη και αδιαφορία. «Όσοι ζούμε στο κομμάτι μετά την Αττική οδό προς Μενίδι αισθανόμαστε ως άνθρωποι ενός κατώτερου Θεού, αφού δεν φτάνει πως έχουμε τα σπίτια μας μέσα στις τσιγγάνικες περιοχές, είμαστε απολύτως απροστάτευτοι» τονίζουν και δηλώνουν ότι το μαχαίρι έχει φτάσει πλέον στην πληγή…
Μέσα στον τρόμο, εξαιτίας των κρουσμάτων κλοπών και βίας που έχουν αυξηθεί δραματικά τους τελευταίους δέκα με δώδεκα μήνες, βρίσκονται οι κάτοικοι που ζουν στο κάτω τμήμα της Αττικής οδού προς το Μενίδι. Ακόμα και μέρα – μεσημέρι, γυναίκες της περιοχής γίνονται θύματα επιθέσεων από τσιγγανόπουλα ηλικίας μόλις 15 – 18 ετών, τα οποία δε διστάζουν να τις χτυπήσουν και να τις πετάξουν στο δρόμο, προκειμένου να τους αποσπάσουν τη τσάντα ή τα χρυσαφικά τους.
«Το τρίγωνο που περικλείει τις οδούς Βάρδαλη, Αγίου Φανουρίου, Βύρωνος καθώς και η Αττική οδός είναι το τρίγωνο του «τρόμου». Έχουν σύρει γυναίκες στο δρόμο, τους έχουν σπάσει χέρια και πόδια, τις έχουν στείλει στο νοσοκομείο. Μιλάμε για παιδιά από 15 έως 18 ετών, τα οποία έχουν σακατέψει τον κόσμο του Ζεφυρίου» λέει η Στέλλα, κάτοικος της περιοχής, την οποία έχουν επιχειρήσει να κλέψουν αρκετές φορές.
«Τη μια από αυτές τους έπιασαν μέσα στο σπίτι, στην είσοδο. Είναι γείτονες, τους γνωρίζουμε. Οι αστυνομικοί δεν μας άφησαν να τους κάνουμε μήνυση γιατί, όπως μας είπαν, δεν είχε νόημα. Θα τους πήγαιναν στο αυτόφωρο και μετά θα έβγαιναν. Και βέβαια δεν μπόρεσαν να μου εγγυηθούν ότι δε θα ξανάρθουν να μας κλέψουν».
Η έλλειψη προστασίας και ασφάλειας που βιώνουν οι κάτοικοι της συγκεκριμένης περιοχής είναι το μεγάλο τους πρόβλημα. Δεν τους πειράζει που ζουν ανάμεσα σε τσιγγάνους αλλά ότι κανείς – νόμος, αστυνομία, κράτος, δήμος – δε κάνει τίποτε για να τους προστατέψει. Μηδέ εξαιρουμένου του τοπικού αστυνομικού τμήματος Ζεφυρίου.
«Μας λένε από το τμήμα ότι δεν έχουν περιπολικά ή καύσιμα ή προσωπικό. Εμένα μια φορά μου είπαν ότι τους έχουν απαγορέψει να πηγαίνουν από την Αττική οδό και κάτω. Μόνο το 100 μπορούμε να πάρουμε να έρθει» αναφέρει η Γεωργία, που μένει λίγα στενά παρακάτω.
Μας αποτρέπουν να κάνουμε μηνύσεις…
Ο φόβος που βιώνουν οι κάτοικοι στο συγκεκριμένο τμήμα του Ζεφυρίου δεν μπορεί να περιγραφεί, όπως άλλωστε και το θάρρος που επιδεικνύουν, κάθε φορά που πηγαίνουν να καταγγείλουν περιστατικά.
«Δίπλα στο σπίτι μου υπάρχει ένα οικόπεδο. Κάθε φορά που κλέβουν κάτι το φέρνουν εκεί. Κάθε λίγο φέρνουν πανάκριβα αμάξια, τα βάζουν στην αυλή τους και τη νύχτα τα κόβουν με την πριονοκορδέλα και μοιράζουν τα κομμάτια. Χθες βράδυ στο ίδιο οικόπεδο έφεραν ένα πολυτελές αυτοκίνητο, στο οποίο νωρίτερα είχαν βάλει φωτιά λίγο παραπάνω, ανάμεσα σε σπίτια, δίπλα σε παιδιά που έπαιζαν στο δρόμο» τονίζει η Μαρία.
Την ίδια την έχουν χτυπήσει 3 φορές στο δρόμο για να της πάρουν τη τσάντα ενώ 4 φορές έχουν μπει σπίτι της να την κλέψουν. «Την περασμένη εβδομάδα επιχείρησαν να με κλέψουν ξανά, αλλά έτρεξε ένας γείτονας και με γλύτωσε. Φώναζα βοήθεια και ένας από αυτούς μου έριξε μπουνιά στο λαιμό για να σταματήσω. Μου κόπηκε η ανάσα».
Θύμα άγριας επίθεσης από ομάδα τσιγγάνων έπεσε και ο γιος της. «Τον χτύπησαν με καδρόνια και όταν πήγα στην αστυνομία να κάνω καταγγελία, με απέτρεψαν. Μου έλεγαν ότι θα έχω επιπτώσεις και ότι κινδυνεύω αν κάνω μήνυση. Η οικογένεια των δραστών ήρθε, με όπλα, σπίτι μου και μου είπαν ότι αν τολμήσουμε να παρουσιαστούμε στο δικαστήριο, θα μας το ανατινάξουν. Και φυσικά δεν παρουσιάστηκα».
Πάρκο – στέκι διακίνησης ναρκωτικών
Λίγο πιο πέρα από τη Μαρία κατοικούν η Ελένη και ο σύζυγός της, οι οποίοι καθημερινά γίνονται μάρτυρες διακίνησης ναρκωτικών, καθώς απέναντι από το σπίτι τους υπάρχει ένα πάρκο με σταθερούς και, μη εξαιρετέους, επισκέπτες. «Ότι ώρα και να έρθεις, θα δεις να γίνεται διακίνηση ναρκωτικών. Φωνές, σφυρίγματα, ανάβουν φωτιές, βρωμάει ο τόπος από το ντουμάνι» λέει η Ελένη. Στο σπίτι τους έχουν επιχειρήσει να μπουν τέσσερις φορές και μια από αυτές τους έκλεψαν. «Αναγκαστήκαμε να βάλουμε κάγκελα παντού, σαν φυλακή είναι. Είμαστε φυλακισμένοι μέσα στο ίδιο μας το σπίτι. Αφήστε που καθόμαστε στη βεράντα και πέφτουν δίπλα μας τα σκάγια. Σκουπίζουμε στην αυλή και μαζεύουμε τις σφαίρες».
Ο σύζυγός της είναι κατηγορηματικός:«Τα τελευταία χρόνια, λόγω της κρίσης και της οικονομικής κατάστασης, έχει ενταθεί το πρόβλημα, το δε τελευταίο χρόνο έχουν αποθρασυνθεί τελείως, γιατί δεν υπάρχει σωστή αστυνόμευση. Και οι τσιγγάνοι σε αυτό ποντάρουν ότι φοβόμαστε και είναι λογικό να φοβόμαστε όταν δε μας προστατεύει ο νόμος, δεν μας προστατεύει η αστυνομία. Όταν δεν υπάρχει κράτος».
Αν και κατανοούν ότι ο δήμος δε μπορεί να κάνει πολλά σε σχέση με την αστυνόμευση, παρά μόνο να διαμαρτυρηθεί και να πιέσει την πολιτεία, αρνούνται να τον αφήσουν στο απυρόβλητο. «Μπορεί να βελτιώσει το φωτισμό, να βάλει περισσότερα φώτα στους δρόμους, να καθαρίζει τακτικά τα οικόπεδα όπου πετούν ναρκωτικά και κλοπιμαία» υπογραμμίζει η Ελένη.
Ακόμα πιο έντονη είναι η Στέλλα: «Εγώ ξέρω ότι και ο δήμος εθελοτυφλεί. Δε βλέπει ότι βγάζουν τα πράγματά τους στα πεζοδρόμια; Αν περάσετε τώρα, από συγκεκριμένα σημεία στο κεντρικό δρόμο, θα δείτε ότι έχουν αποκλείσει τα πεζοδρόμια και δε μπορούμε να περάσουμε».
Κοινή συνισταμένη όλων είναι η βεβαιότητα ότι οι αρμόδιοι, αν δεν υποθάλπουν το πρόβλημα, κλείνουν τα μάτια μπροστά του. «Ακόμα και εμείς γνωρίζουμε τα σπίτια των εμπόρων και δεν τα ξέρει η αστυνομία; Πριν λίγες ημέρες μάθαμε ότι βρήκαν αρκετά κιλά σε ένα σπίτι και δεν έγινε ποτέ γνωστό» λένε με μια φωνή.
Την έκαψαν ζωντανή!
Μερικά τετράγωνα πιο πέρα από τα σπίτια τους, οι φήμες οργιάζουν για μια γυναίκα – κάτοικοι που την έκαψαν ζωντανή έμποροι ναρκωτικών. Για έναν από τους συνομιλητές μου, δεν είναι απλώς φήμες, είναι γεγονός: «Το ξέρουν όλοι και η πρώην δήμαρχος Φωτεινή Γιαννοπούλου αλλά καταγγελία δεν έγινε ποτέ και δε μιλάει κανείς. Λίγο πιο κάτω υπήρχε ένα χαμόσπιτο, στο οποίο έμεναν τσιγγάνοι. Δίπλα έμενε μια κυρία μόνη με το παιδί της. Αφού της έμπλεξαν το γιο με τα ναρκωτικά, το έβαλαν να υπογράψει για να του πάρουν το σπίτι. Η γυναίκα όμως δεν υπέγραφε. Σκοτώνουν το παιδί με τα ναρκωτικά και την ίδια την έβαλαν μέσα σε ένα βαρέλι ζωντανή και την έκαψαν! Δε μίλησε κανείς από φόβο και κανείς δεν τιμωρήθηκε γι΄ αυτό το έγκλημα».
Η Ελένη και ο σύζυγός της είναι κατηγορηματικοί: «Πρέπει να εφαρμοστεί ο νόμος και σε αυτούς, δεν πάει άλλο. Εκτός και αν έχουν σκοπό να γίνει η περιοχή κρανίου τόπος, τουλάχιστον να μας το πουν να το ξέρουμε. Αλλά και πάλι δεν πρόκειται να πουλήσουμε το σπίτι μας και να φύγουμε. Θα φτάσουμε στο σημείο να βάλουμε φωτιά και να το κάψουμε αλλά δε θα το χαρίσουμε σε αυτούς…»
Ζητάμε στήριξη και αντίδραση…
Απέναντι στην αβέβαιη κατάσταση που ζουν καθημερινά, το μόνο που ζητούν οι κάτοικοι της περιοχής είναι να σκύψει η πολιτεία πάνω από το πρόβλημά τους. «Να δούμε πως θα μπορέσουμε να πιέσουμε δημοσιογράφοι, τοπική κοινωνία, δήμος, φορείς. Να αντιδράσουμε δυναμικά, να κλείσουμε το δρόμο, να μην μπορεί να περνά κανείς στην περιοχή. Εμείς είμαστε αποφασισμένοι να αντιδράσουμε αλλά θέλουμε στήριξη. Γιατί στο τέλος κάτι άσχημο θα γίνει και θα τρέχουμε να διορθώσουμε αυτά θα που μπορούσαν να είχαν διορθωθεί».
Λίγο πριν κλείσουμε την συνομιλία μας, η Στέλλα θέλησε να μου περιγράψει τα συναισθήματα που βιώνει: «Έχω την αίσθηση ότι βρίσκομαι σε εποχές γερμανικής κατοχής. Δε μπορώ να βγω μόλις βραδιάσει από το σπίτι μου, αμπαρώνομαι κυριολεκτικά μέσα σε αυτό και νιώθω σαν να κάνουν οι Γερμανοί γιουρούσι, με τόσους πυροβολισμούς. Αλλά πείτε μου, σας παρακαλώ, γιατί εγώ δε μπορώ να το καταλάβω: τόσο μπαρούτι που ρίχνουν καθημερινά που το κρύβουν και όταν έρχεται η αστυνομία δε βρίσκει τίποτα;»